Η επιμέλεια του ιστορικού μυθιστορήματος υποκρύπτει πολλές παγίδες και για το συγγραφέα/μεταφραστή και για τον επιμελητή του. Ως έργο που εξελίσσεται σε μια περισσότερο ή λιγότερο απομακρυσμένη ιστορική περίοδο, εμπεριέχει πλήθος γεγονότων, ημερομηνιών, χρονολογιών, συμβάντων, αναφορών σε ήθη, έθιμα και πρακτικές που πρέπει να επιβεβαιώσουμε.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι στο νεοελληνικό ιστορικό μυθιστόρημα πιθανότατα αντιμετωπίζουμε περιστατικά και πρόσωπα που σε κάποιο βαθμό μάς είναι γνωστά και οι πηγές είναι πιο προσβάσιμες. Ωστόσο, έναντι αυτής της, ας πούμε, ευκολίας, έχουμε να κάνουμε με ένα πρωτότυπο λογοτέχνημα και είμαστε οι πρώτοι που το ελέγχουμε (σε αντίθεση με το μεταφρασμένο, που υποτίθεται πως είναι επιμελημένο), συνεπώς υπάρχει μεγαλύτερος βαθμός ευθύνης.
Ο ρόλος μας είναι να εντοπίσουμε αβλεψίες και λάθη του συγγραφέα, που μέσα στον οίστρο της γραφής και στο πλήθος των πληροφοριών που παρέχει προσπαθώντας να αναπλάσει μια ολόκληρη εποχή λογικό είναι να προκύψουν. Σε κάθε περίπτωση η απόφαση είναι δική του για τις επιμέρους λεπτομέρειες που δίνουν στο μυθιστόρημα ένα άρωμα εποχής. Ωστόσο για τα πασιφανή και τα μη αμφισβητούμενα λάθη, που ακυρώνουν την αληθοφάνεια των συμβάντων, η ευθύνη ανήκει αποκλειστικά σ’ εμάς, και κατά επέκταση στον εκδοτικό οίκο, όπου και απευθυνόμαστε για να δοθεί μια κάποια λύση όταν για κάποιο λόγο ο συγγραφέας μένει εγκλωβισμένος σε αυτά τα λάθη ή εθελοτυφλεί «συγγραφική αδεία», που συχνά τείνει να γίνει «συγγραφική αηδία».
Κάποιες γενικές αρχές μεθοδολογίας όσον αφορά την επιμέλεια του ελληνικού ιστορικού μυθιστορήματος (μερικές από αυτές βεβαίως θα μπορούσαν να ισχύουν και για το μεταφρασμένο):
− Δεν παρασυρόμαστε από την πλοκή του, κρατάμε μια ασφαλή απόσταση μη συναισθηματικής συμμετοχής∙ δυστυχώς είναι εξαιρετικά εύκολο και επικίνδυνο να τραβήξει το ενδιαφέρον μας η εποχή και η δράση, να διαβάσουμε το μυθιστόρημα ως φανατικοί αναγνώστες και όχι ως επιμελητές και έτσι τελικά να μην είμαστε αρκετά αποστασιοποιημένοι ώστε να μπορούμε να εντοπίσουμε λάθη και αβλεψίες.
− Ελέγχουμε τα πάντα, ακόμα και αυτά που σε πρώτη φάση μάς φαίνονται γνωστά και εκ των ων ουκ άνευ σε μια δεύτερη ανάγνωση καλό θα ήταν να τα αμφισβητήσουμε/επιβεβαιώσουμε, γιατί ως γνωστόν τα μεγαλύτερα λάθη προκύπτουν από τις μεγαλύτερες βεβαιότητες.
− Θα μπορούσε να μας βοηθήσει ένα σχεδιάγραμμα που θα μας υπενθυμίζει τι πρέπει σε γενικές γραμμές να ελέγχουμε. Για παράδειγμα, αν επιμελούμαστε ένα μυθιστόρημα που μιλάει για την καθημερινή ζωή κατά τους κλασικούς χρόνους στην Ελλάδα, θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας (ή στο χαρτί μας) ότι πρέπει ανά πάσα στιγμή να επιβεβαιώνεται ως ιστορικά αληθής μέσα από τη δράση: η κοινωνική διάρθρωση και η πολιτική διακυβέρνηση, οι συνήθειες και οι δράσεις της καθημερινής ζωής (από τις ενδυματολογικές επιλογές έως τα ισχύοντα νομίσματα και τις διατροφικές συνήθειες), η πανίδα και η χλωρίδα της περιοχής τη συγκεκριμένη περίοδο (π.χ. είναι πολύ συνηθισμένο να φυτρώνουν στα αρχαιοελληνικά χώματα ευκάλυπτοι ή πορτοκαλιές), τα ήθη και τα έθιμα, οι επικρατούσες θρησκείες και οι λατρευτικές τελετές τους, η καλλιτεχνική, λογοτεχνική, αρχιτεκτονική και φιλοσοφική πραγματικότητα της εποχής σε όλες της τις εκφάνσεις. Δηλαδή με άλλα λόγια έχουμε να αντιμετωπίσουμε/ελέγξουμε σχεδόν τα πάντα.
− Το ήθος και το ύφος κάθε χαρακτήρα, όπως παρουσιάζονται μέσα από τις περιγραφές και την ομιλία του προσώπου, πρέπει να αντιστοιχούν στις συγκεκριμένες περιστάσεις (κοινωνικές, προσωπικές, ψυχολογικές) αλλά και στη συγκεκριμένη εποχή. Για παράδειγμα, δεν μπορεί ένας Έλληνας μεγαλοαστός των αρχών του 20ού αιώνα να λέει «Κατεβαίνω πλατεία και τι να δω…» ή ένας Σπαρτιάτης πολεμιστής κατά την αρχαιότητα να περιγράφει «Πάνω στο γιουρούσι χάθηκαν πολλοί σύντροφοί μας».
− Πρέπει να προσέχουμε πολύ τους αναχρονισμούς-ετεροχρονισμούς σε όλο το εύρος του κειμένου και σε κάθε έκφανσή τους. Για παράδειγμα, σε ένα ιστορικό μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, κάποιος ήρωας φασκελώνει έναν άλλο. Ξέρουμε πως το φασκέλωμα ξεκίνησε κατά τους βυζαντινούς χρόνους και ήταν μια ποινή που εφαρμοζόταν σε περιπτώσεις ασήμαντων παραπτωμάτων: Ο δικαστής έβαζε το χέρι του στη στάχτη και μουντζούρωνε το πρόσωπο του τιμωρούμενου, διαπομπεύοντάς τον με αυτό τον τρόπο. Η χειρονομία του σφάκελου (προφανώς αναγραμματισμός το φάσκελο) κατά την αρχαιότητα είχε σαφώς σεξουαλικά υπονοούμενα και μάλλον δεν έχει σχέση με την απαξιωτική χρήση της μούντζας. Οπότε καλό θα ήταν να αποφύγουμε το εν λόγω φάσκελο, για να μη μας φασκελώσει με τη σειρά του ο διεισδυτικός και απαιτητικός αναγνώστης.
− Στην άρτια διάρθρωση ενός ιστορικού μυθιστορήματος μετρούν επίσης οι λεπτομέρειες. Π.χ. στο παραπάνω ιστορικό μυθιστόρημα της ρωμαϊκής περιόδου είναι λογικό όσοι ανήκουν στην ανώτερη τάξη να έχουν ονόματα όπως Δημήτριος, Αρίσταρχος, Ερμόλαος, οι δούλοι να ονομάζονται Ξανθίας ή Γεωργός και οι καλλιτέχνες (ηθοποιοί εν προκειμένω) να ονομάζονται Ιβίσκος, Θέσπις ή Ίστρος. (Πράγμα που σημαίνει ότι έχουμε κάνει μια κάποια έρευνα για την ονοματολογία των αρχαίων χρόνων.)
Για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι, ας αλιεύσουμε κάποιες παγίδες και λάθη από το ιστορικό μυθιστόρημα που αναφέραμε παραπάνω, το οποίο διαδραματίζεται κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους.
- Γίνεται αναφορά σε ένα πολυτελές αλεξανδρινό επιβατηγό πλοίο με καμπίνες και αίθουσες πολυτελείας. Υπήρχαν επιβατηγά πλοία κατά την αρχαιότητα;
Όχι, όπως αποδεικνύει η σχετική έρευνα (καθώς και η υπέροχη έκθεση για το ναυάγιο των Αντικυθήρων στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο). Οι ταξιδιώτες κατέβαιναν στην παραλία την ταξιδιωτική περίοδο (Μάιο με Οκτώβριο, που είχε καλό καιρό) και ρωτούσαν μέχρι να βρουν ένα πλοίο που πήγαινε προς την κατεύθυνση που τους εξυπηρετούσε. Αφού διάλεγαν το πλοίο, κανόνιζαν το ναύλο, που σπάνια περιελάμβανε καμπίνα, αφού ήταν πανάκριβες και λιγοστές, επειδή τα πλοία μετέφεραν κυρίως εμπορεύματα. Οι επιβάτες κοιμούνταν στο κατάστρωμα ή σε αντίσκηνα.
- Αναφέρονται τράπεζες και τραπεζίτες. Υπήρχαν κατά την αρχαιότητα;
Οι λέξεις τράπεζα και τραπεζίτης προήλθαν από τους πάγκους, αλλιώς τράπεζες, πάνω στις οποίες έκαναν τις συναλλαγές τους οι αρχαίοι χρηματιστές. Στην Αγορά της αρχαίας Αθήνας κατά τις ανασκαφές εντοπίστηκε η θέση τεσσάρων τέτοιων τραπεζιών. Οι τράπεζες στα πρώτα χρόνια της λειτουργίας τους (κατά τους αρχαϊκούς χρόνους) ασχολούνταν κυρίως με την ισοτιμία και ανταλλαγή των διαφόρων νομισμάτων, ωστόσο από τον 5ο αιώνα π.Χ. και ύστερα διεύρυναν τις δραστηριότητές τους και άρχισαν να δέχονται και καταθέσεις.
- Υπήρχαν γυναίκες ηθοποιοί κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ.;
Οι γυναίκες είχαν πλέον συμμετοχή στο θέατρο, αλλά κρατούσαν κυρίως δεύτερους ρόλους και βεβαίως ήταν μίμοι και χορεύτριες.
- Κάπου αναφέρεται το έργο «Χαιρέας και Καλλιρρόη» του Χαρίτωνα. Είχε γραφτεί αυτή την εποχή;
Βεβαίως, χρονολογείται στον 1ο αιώνα μ.Χ. Είναι το πρώτο σωζόμενο μυθιστόρημα της ελληνικής αρχαιότητας, άρα και το πρώτο μυθιστόρημα του δυτικού κόσμου.
- Αναφέρεται ένας «δίχειρος» αμφορέας.
Το «δίχειρος» είναι πλεονασμός που προδίδει ασχετοσύνη, εφόσον όλοι οι αμφορείς ήταν δίχειροι. Αν είχε ένα χέρι, θα ήταν λήκυθος, οινοχόη ή κάποιο άλλο αγγείο.
- Κάποια ηρωίδα μασάει μαστίχα Χίου. Υπήρχε κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ. η μαστίχα Χίου;
Υπήρχε, ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι ήδη κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ. καλλιεργούνταν στη Χίο και τη χρησιμοποιούσαν σαν φάρμακο. Βέβαια, εδώ δεν συνάγεται αν η ηρωίδα τη μασάει για να αρωματίσει την αναπνοή της ή μήπως για να θεραπεύσει το χρόνιο βήχα, τη βρογχίτιδα, την αιμόπτυση, το δάγκωμα φιδιών, την ψώρα, τη φλόγωση στομάχου και εντέρων, όπως αναφέρει ο Γαληνός (2ος αι. μ.Χ.).
- Αναφέρεται ως ημέρα της εβδομάδας η Κυριακή. Είχε επικρατήσει ήδη κατά τον 2ο μ.Χ. αιώνα το χριστιανικό ημερολόγιο;
Κατά τους πρώτους αιώνες μ.Χ. συνυπήρχαν δύο ημερολογιακά συστήματα, το εκκλησιαστικό-χριστιανικό και το πλανητικό-αστρολογικό. Εδώ όμως είναι μάλλον απίθανο οι ήρωες, καθ’ όλα λάτρεις των παλαιών θεών, να λένε Κυριακή και όχι dies Solis (ημέρα του Ήλιου), που είναι το λατινικό αντίστοιχό της.
Η περιπτωσιολογία παρόμοιων ατοπημάτων θα μπορούσε να είναι μεγάλη, αλλά εδώ ας είναι ενδεικτική, απλώς για να τεθούν κάποιοι προβληματισμοί και να διευκολυνθεί η συζήτηση στη συνέχεια.
Κλείνοντας να τονίσω πως ύστερα από όλη αυτή την έρευνα για την επιμέλεια ενός ιστορικού μυθιστορήματος, τις ανθρωποώρες αναζήτησης και συνεργασιών με διάφορους ειδικούς για διασταυρώσεις και επιβεβαιώσεις, καθώς και με το συγγραφέα, πολύ πιθανόν ο επιμελητής να αμειφθεί με 35-45 ευρώ το τυπογραφικό, έτσι που όχι μόνο δεν καλύπτεται η δουλειά του και η ασφάλισή του, αλλά καλά καλά ούτε καν το ρεύμα που έχει καταναλώσει, ούτε τα τηλέφωνα που έχει κάνει. Αν αποδεχτούμε αυτό το καθεστώς και δεν διεκδικήσουμε πρακτικά και οργανωμένα αξιοπρεπείς αμοιβές, πέρα από πεινασμένοι και αναξιοπρεπείς σιγά σιγά θα νιώθουμε και άχρηστοι, εφόσον η επιμέλεια απαξιώνεται όλο και περισσότερο στον εκδοτικό χώρο. Και όλες αυτές οι γνώσεις, θα αναρωτηθεί κανείς, που αποκτάμε ρωτώντας, ερευνώντας, αμφιβάλλοντας για τα πάντα, πώς αξιοποιούνται, αποφέρουν κάτι; Η κυρίαρχη αντίληψη προσπαθεί εν τοις πράγμασι να μας πείσει ότι κινούνται στο περιθώριο της κοινωνίας των αγορών και δεν αφορούν κανέναν∙ εκτός και αν αποφασίσουμε να βιοποριζόμαστε συμμετέχοντας ως κινητές εγκυκλοπαίδειες σε γκλαμουράτα παιχνίδια γνώσεων, αν και αυτά, απ’ ό,τι μαθαίνω, έχουν περικοπεί δραματικά τελευταία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου