Ο Συλλόγος Μεταφραστών Επιμελητών Διορθωτών διοργανώνει ανοιχτά σεμινάρια, όπου μπορεί να συμμετάσχει κάθε συνάδελφος (είτε είναι μέλος του Συλλόγου είτε όχι), μεταφέροντας την πείρα του, τους προβληματισμούς του, τα ερωτηματικά του, μιλώντας για τη μεθοδολογία που ακολουθεί, περιγράφοντας τα λάθη που έχει κάνει ή έχει αποφύγει.

Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Δημοσθένης Κερασίδης: Ο επιμελητής και οι άλλοι


Κανονικά αυτό το κείμενο θα έπρεπε να είναι γεμάτο μπιπ, αλλά, τέλος πάντων, είπα να κάνω μια προσπάθεια να συνετιστώ και να μιλήσουμε σοβαρά για το σχετίζεσθαι του επιμελητή με τους άλλους. Θα μετασχηματίσω λοιπόν τις επαγγελματικές μου εμπειρίες σε λόγο περί των ορίων και των σχέσεων και θα αναλύσω το ρόλο των συντελεστών στην παραγωγή του βιβλίου, ενώ παράλληλα θα αναφερθώ σε ορισμένες αρχές, ηθικής και δεοντολογίας, οι οποίες διέπουν τη λειτουργία και συλλειτουργία του επιμελητή με τους «άλλους» στο χώρο του βιβλίου. Θα δώσω απλώς ένα περίγραμμα αυτής της ιδιάζουσας σχέσης με τα «αδελφά» πρόσωπα αυτού του χώρου, η οποία φαντάζει ερωτική (σαδομαζοχιστική ίσως), αλλά δεν είναι.


Ο υπότιτλος αυτού του κειμένου είναι ένας στίχος του Ουίλιαμ Κάρλος Ουίλιαμς που αφορά τον Γκίνζμπεργκ: «Σηκώστε τους ποδόγυρούς σας, κυρίες μου, περνάμε μέσα απ’ την Κόλαση». 
Καταρχάς φαντάζει ειρωνικό και σίγουρα ρομαντικό το σημερινό μας εγχείρημα, δηλαδή να προσπαθεί να μιλήσει κανείς για σχέσεις και όρια επαγγελματικής αρμοδιότητας σε μια εποχή κατάλυσης όλων των ορίων, να μιλάς για ευθύνες σε μια εποχή κατά την οποία η λέξη αυτή έχει χάσει το νόημά της. Εμείς όμως από την πλευρά μας ως επιμελητές, κόντρα στον περιρρέοντα ευτελισμό των πάντων, προσπαθούμε σαν κωδωνοκρούστες να θυμίσουμε όρια, ευθύνες και αρμοδιότητες. 

Αρκετές φορές έχω την τρελή υποψία πως ο Σαρτρ με την περίφημη ατάκα του «Η Κόλαση είναι οι άλλοι» είχε στο νου του εμάς τους επιμελητές…

Όταν σκεφτόμαστε με ποιους συνεργάζεται και συνεπιδρά ο επιμελητής εκδόσεων, στο μυαλό μας αμέσως έρχονται μια σειρά πρόσωπα τα οποία αποτελούν πόρτες-όρια για την εργασία που λέγεται επιμέλεια. Κι αυτοί είναι  ο εκδότης, ο εσωτερικός υπάλληλος, ο επιστημονικός επιμελητής, ο συγγραφέας, ο μεταφραστής, ο διορθωτής και ο χειριστής. Οι παραπάνω είναι οι βασικοί συνεργάτες, φίλοι ή εχθροί, του επιμελητή, αν αφαιρέσουμε, εννοείται, τους πάντες εντέλει με τους οποίους συνδέεται, με μια σχέση συμβουλευτικής αλληλόδρασης, ένας επιμελητής.

Πριν από χρόνια επιμελήθηκα ένα μυθιστόρημα όπου ο Ινδός συγγραφέας του είχε βαφτίσει με το όνομα Γκάνγκα (σανσκριτική λέξη για τον  Γάγγη) ένα από τα πρόσωπα του βιβλίου. Αυτό το πρόσωπο λειτουργούσε υπηρετώντας,  βοηθώντας, συμβουλεύοντας διάφορους κυρίους και κυρίες στο εν λόγω έργο. Ο ρόλος αυτός, όπως καταλαβαίνει όποιος γνωρίζει, έστω και στοιχειωδώς, τη θρησκειοφιλοσοφική παράδοση της Ινδίας, είναι υπέρτατος ενώ φαίνεται να μη διαθέτει και ιδιαίτερη αίγλη. Ακούγεται αντιφατικό – τουλάχιστον όσο και το ότι ο Γάγγης, αν και ο πλέον βρόμικος ποταμός, είναι ο χώρος της κάθαρσης των ανθρώπων... Παρόμοιος είναι και ο ρόλος του επιμελητή στο χώρο του βιβλίου, τηρουμένων των αναλογιών, μιας και αυτός συγκεραίνει το ανώτερο και το κατώτερο μέσα του – όλοι οι υπόλοιποι έχουν μια κάποια εξουσία, αυτός συγκριτικά δεν έχει, αν και είναι επιφορτισμένος με υψηλές ευθύνες και αρμοδιότητες, οπότε έχει δικαιώματα. Είναι εντέλει ο αδύναμος κρίκος, όμως αυτό, παραδόξως, συνιστά τη δύναμή του. Αν αυτός σπάσει, το πολύ πολύ να διαλυθεί ο χώρος του βιβλίου… «Τα παιχνίδια έχουν δικαίωμα να σπάνε», μας θυμίζει ο Πόρτσια, κι εμείς οι επιμελητές είμαστε όντως διαβολικά παιχνίδια.

Επίσης, αν μιλήσουμε με όρους ανατομίας, ο επιμελητής είναι το «παχύ έντερο» αυτού του οργανισμού που λέγεται έκδοση βιβλίου, γιατί είναι το καταληκτικό σημείο της διαδικασίας πέψης και επεξεργασίας των πνευματικών τροφών∙ εκεί οδηγούνται και αφομοιώνονται όλα, αλλά και επικάθηνται τοξίνες, δηλητήρια και άλλα πολλά.

Ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή. Είναι φρόνιμο να έχουμε κατά νου το σύνολο των ευθυνών και της γενικής λειτουργίας, δηλαδή τους ρόλους ενός εκάστου των προσώπων του εκδοτικού θιάσου, γιατί η ικανοποιητική εκτέλεση του έργου τους είναι ζήτημα νευραλγικής σημασίας για το σχετίζεσθαι του επιμελητή μαζί τους. 

Το σενάριο είναι το εξής: ένας εκδοτικός οίκος μέσω του εσωτερικού υπαλλήλου του αναθέτει είτε ένα πρωτότυπο, ελληνικό κείμενο είτε ένα μεταφρασμένο  στον επιμελητή εκδόσεων για τη γλωσσική επιμέλεια. Ως εδώ όλα φαίνονται υπέροχα. Η μηχανή έχει μπει σε λειτουργία. Κι όμως η διαπλοκή των εν λόγω προσώπων δημιουργεί, δυστυχώς συχνά, πολλά και σοβαρά θέματα τα οποία είναι απαραίτητο με άγρυπνη συνείδηση να αντιμετωπίζει ένας επιμελητής. Όταν μιλάμε για όρια της επαγγελματικής αρμοδιότητας του καθενός, εννοούμε συνήθως αυτή την παλιά αλλά ξεχασμένη ικανότητα του να κάνει ο καθένας τη δουλειά του (τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο), αυτό που εντέλει υπόσχεται ως επαγγελματίας, και να μη μετα-φορτώνει σ’ έναν άλλο εργαζόμενο βάρη και ελλείψεις της δικής του δουλειάς. Αυτό προϋποθέτει συνείδηση των ορίων βέβαια. Όλως τυχαίως, ο επιμελητής, ως ο τελευταίος τροχός της αμάξης, στις περισσότερες των περιπτώσεων καλείται να υπερασπιστεί τα όρια της γλωσσικής-τυπογραφικής επιμέλειας, διότι εμφανίζεται το φαινόμενο άλλοι συνεργάτες, οι «προηγούμενοι», στο χώρο της παραγωγής του βιβλίου, να επιτελούν πλημμελώς την εργασία τους, είτε επειδή, εκτός από τα πάντα, δεν ξέρουν τίποτε άλλο, είτε επειδή αγνοούν τα εσωτερικά τους χάη (με ήτα) και το παίζουν χάι (με γιώτα), με σοβαρές συνέπειες για το τελικό αποτέλεσμα της έκδοσης ενός βιβλίου, κι αυτό γιατί είναι γνωστό τοις πάσι ότι το προσωπικό επιδρά (μάλλον σημαδεύει…) και στο επαγγελματικό. 

Σε όλο αυτό το θεατρικό έργο οι ρόλοι είναι σαφώς διακριτοί. Ο εκδότης αναθέτει ένα βιβλίο που έχει εγκριθεί από τον επαγγελματία αναγνώστη μέσω του εσωτερικού του υπαλλήλου σ’ έναν επιμελητή. Κατ’ ουσίαν αγοράζει το χρόνο, τις γνώσεις, τα προσόντα και την επαγγελματική του ικανότητα, έτσι ώστε αυτός να φέρει εις πέρας την επιζητούμενη τυπογραφική απαρτίωση του βιβλίου. Με το πέρας της εργασίας και εφόσον έχει οριστεί ο τρόπος πληρωμής, η εξόφληση θα πρέπει να γίνεται βέβαια εν ευθέτω χρόνω και όχι σ’ ένα χρόνο, αλλιώς ο επιμελητής βρίσκεται εκτεθειμένος, όπως πολλές φορές συμβαίνει, και τελικά θα αναγκαστεί να χρησιμοποιήσει τα όποια μέσα πίεσης διαθέτει.

Ο ρόλος του συγγραφέα είναι να φέρει το βιβλίο στον εκδοτικό οίκο ολόκληρο και, ελπίζουμε, να επιθυμεί πραγματικά και απρόσκοπτα να εκδοθεί. Δηλαδή να μην υπονομεύει, ασυνείδητα συνήθως, τη διαδικασία της έκδοσης, κάτι το οποίο προφανώς δημιουργεί προβλήματα. Κάποιες φορές παρατηρείται το εξής: οι συγγραφείς οι οποίοι, ενώ τυπικά θα πρέπει να έχουν δώσει ολόκληρο το κείμενό τους ώστε να μπει στη διαδικασία της παραγωγής και να γίνει βιβλίο, αρχίζουν, εκτός του να φέρονται σαν μωρά που ο κόσμος κινείται γύρω απ’ αυτούς, είτε να επανεγγράφουν σε μεγάλο βαθμό το βιβλίο (άραγε τους πιάνει συναισθηματική ακράτεια λόγω της έλευσης του τέλους;), σε μια ατέρμονη και κουραστική αυτοπεριδίνηση με προσθαφαιρέσεις (μάλλον αργούν πολύ να τελειώσουν…), ενώ το βιβλίο εν τω μεταξύ βρίσκεται στο τελικό στάδιο. Αυτό το φαινόμενο εγώ το ονομάζω «σύνδρομο κύκνειου άσματος». Τι σημαίνει; Απλούστατα, οι συγγραφείς συχνά, στο χείλος του γκρεμού της έκδοσης, νιώθουν κάτι σαν φόβο θανάτου ή σαν μια αδυναμία αποχωρισμού, γιατί το κείμενό τους τότε ολοκληρώνεται ως βιβλίο κι έτσι  βγαίνει στον κόσμο, γίνεται «άλλο»... Σε αυτές τις περιπτώσεις προκύπτουν 6-7-8 αναγνώσεις… Έχει ο Θεός! Νομίζω πως πρόκειται αναμφίβολα για καθαρές ψυχοπαθολογικές παρεκκλίσεις του κανόνα, τις οποίες επωμίζεται ως επιπρόσθετο καθήκον –ποιος άλλος;– ο επιμελητής – χωρίς επιπλέον αμοιβή, εννοείται. Να προστεθεί εδώ ότι όταν ο εκδότης, λόγου χάρη, ψάχνει εναγωνίως να εξασφαλίσει Έλληνες συγγραφείς, κάνει τεμενάδες προς αυτούς, οπότε την όλη παράσταση πληρώνει ο επιμελητής. Θα πρέπει βεβαίως να αντισταθούμε σε όλο αυτό το «μεγαλείο».

 Όσον αφορά τη σχέση του επιμελητή με το μεταφραστή, καταρχάς αυτός θα πρέπει να έχει παραδώσει όλο το βιβλίο, χωρίς συντομεύσεις, εκτός κι αν έχει πάρει ειδική εντολή από τον εκδοτικό οίκο, γι’ αυτό και μία από τις πρώτες και βασικές εργασίες του επιμελητή είναι να ελέγχει την πληρότητα του κειμένου. (Σημειωτέον ότι σε αυτό το επίπεδο έχουν διαπραχθεί εγκλήματα ως προς το πρωτότυπο, ιδίως στο παρελθόν. Τις τελευταίες δεκαετίες η ποιότητα της μετάφρασης και της επιμέλειας έχει βελτιωθεί αισθητά.) Ακολουθεί η εκφραστική επεξεργασία με προσθήκες, αφαιρέσεις, αλλαγές ή προτάσεις βελτίωσης σημειωμένες ώστε να τις δει και να κρίνει αν θα τις μεταβολίσει ο μεταφραστής. Του στέλνουμε το επιμελημένο κείμενο για έναν τελικό έλεγχο από αυτόν. Αρκετά συχνά οι μεταφράσεις παρουσιάζουν αδυναμίες και ελλείψεις όχι μόνο στο επίπεδο της γλωσσικής αισθητικής αλλά και συγκεκριμένα στην τήρηση του πραγματολογικού ελέγχου. Είτε λόγω άγνοιας είτε λόγω «άποψης» (…), ορισμένοι θεωρούν ότι δεν είναι δικό τους καθήκον (ενώ και βέβαια είναι) ο ενδελεχής έλεγχος του πώς γράφονται όλα τα κύρια ονόματα, τα τοπωνύμια και οι όροι ενός βιβλίου, καθώς και η προσθήκη αστερίσκων ή σημειώσεων όσον αφορά δυσνόητες για τον μέσο αναγνώστη έννοιες ή λέξεις. Σε μια τέτοια περίπτωση, όπως και σε περίπτωση ριράιτινγκ, ο επιμελητής ζητά από τον εκδότη πρόσθετη αμοιβή και συνήθως αντ’ αυτής παίρνει πολλά συγχαρητήρια.

Στο σημείο αυτό θα κάνω μια περιπτωσιολογική παρέκβαση, θαρρώ σημαντική: γνωστή μεταφράστρια, η οποία έχει διαπράξει επανειλημμένα σοβαρές συντομεύσεις κειμένου (ολόκληρες παραγράφους, παρακαλώ), λόγω του άναρχου χαρακτήρα της (διαγνωσμένη ψύχωση...), επικαλείται συνήθως τη «συναδελφικότητα» όταν εσύ τη φέρεις προ των ευθυνών της, εννοείται σε συνεννόηση με τον εσωτερικό υπάλληλο, ενώ κατά καιρούς έχει επιδείξει ανταγωνιστική και ζηλόφθονη συμπεριφορά προς συναδέλφους της αλλά και προς επιμελητές. Και να σημειώσω εδώ ότι το βασικό ταλέντο της είναι να «ερωτίζει» με τον εκάστοτε εργοδότη ή προϊστάμενο. Καταστάσεις κομμωτηρίου… Ζητώ συγγνώμη από τις κομμώτριες. Σε τέτοιες και παρόμοιες περιπτώσεις αίρεται, όπως καταλαβαίνετε, αυτό που λέμε συναδελφικότητα, οπότε ο επιμελητής οφείλει όχι βέβαια να καλύπτει τέτοια φαινόμενα, αλλά να ενημερώνει απευθείας τον εσωτερικό υπάλληλο του εκδοτικού και να απαιτεί πρόσθετη αμοιβή αν αναγκαστεί τελικά να κάνει τη δουλειά της μεταφράστριας.

Τώρα, όσον αφορά τον εσωτερικό υπάλληλο, συνήθως αναθέτει το βιβλίο στον επιμελητή και ελέγχει το χρόνο παράδοσης και την ποιότητα της εργασίας της επιμέλειας. Εκτός των περιπτώσεων που επιτελούν το ρόλο τους πολύ καλά, ο εν λόγω υπάλληλος, υπό τη δαμόκλειο σπάθη της επίπληξης ή και της απόλυσης, σε μια προσπάθεια να μην εκτεθεί στον εκδότη για πιθανές αβλεψίες της δικής του αρμοδιότητας (λόγου χάρη, να ξεχάσει να κάνει save) μεταθέτει την ευθύνη, ελαφρά τη καρδία, στον εξωτερικό συνεργάτη – στην προκειμένη περίπτωση, σ’ εμάς.  Εδώ η διπλωματία σηκώνει ψηλά τα χέρια και τα πόδια…

Επίσης σημαντικός για το τελικό αποτέλεσμα της επιμέλειας είναι ο ρόλος του χειριστή του ατελιέ. Όταν συνεργάζεσαι με έναν επαρκή και φιλικό χειριστή, νιώθεις, έστω και ψευδαισθησιακά, ότι δεν μπορούν να σε χειρίζονται, όπως είναι πιθανό να σου συμβεί εκ μέρους των υπολοίπων. Με έναν ανεπαρκή ή και κομπλεξικό χειριστή σίγουρα θα προκύψουν ατυχήματα. Ένας χειριστής, αν κάνει κάποιο σοβαρό λάθος, που εκθέτει τον επιμελητή, πιθανόν να ζητήσει συγγνώμη. Αν διαπράξει το ίδιο κάποιος εσωτερικός υπάλληλος, μάλλον ο εκδοτικός σού δείχνει με αυτόν τον τρόπο την πόρτα της εξόδου… Τέλος, ο επιμελητής θα πρέπει οπωσδήποτε να ενημερώνει τον εκδοτικό σε περιπτώσεις ανεπάρκειας ή ανικανότητας του ατελιέ.

Όταν αναλαμβάνουμε ένα επιστημονικό δοκίμιο (σε αυτά τα κείμενα βρίσκουμε συνήθως όρους, σημειώσεις, βιβλιογραφικές αναφορές, πίνακες, σχεδιαγράμματα, εικόνες, σχήματα ή και διαγράμματα) και ο εκδοτικός οίκος έχει δώσει το βιβλίο σε επιστημονικό επιμελητή για να γίνει ο σχετικός έλεγχος, ο γλωσσικός επιμελητής, ο οποίος έχει θεωρηθεί από τον εσωτερικό υπεύθυνο του εκδοτικού κατάλληλος για την εν λόγω εργασία, έρχεται σε συνεννόηση και σε συνεργασία με τον επιστημονικό επιμελητή αφ’  ης στιγμής  ο τελευταίος έχει ολοκληρώσει το έργο του. Η ιστορική πείρα έχει δείξει, δυστυχώς, ότι οι επιστημονικοί επιμελητές κάνουν μια πρώτη, πρόχειρη ανάγνωση και έπειτα επαφίενται στον «πατριωτισμό» των επιμελητών. Όπως με τους μεταφραστές, έτσι και με τους επιστημονικούς επιμελητές, εμείς συνήθως κάνουμε αρκετά ραντεβού, διά ζώσης ή τηλεφωνικά, για να λύσουμε τα ερωτήματα που μας απασχολούν σ’ ένα βιβλίο. Ο κίνδυνος που διατρέχει ένας επιμελητής είναι να εκτεθεί χρονικά στον υπάλληλο του εκδοτικού οίκου, γιατί συχνά οι επιστημονικοί επιμελητές είναι ακριβοθώρητοι, δεν έχουν χρόνο, καθότι είναι καθηγητές πανεπιστημίου, ερευνητές κτλ.  

Ένας άλλος κίνδυνος σχετίζεται με την υπέρβαση των ορίων και της αρμοδιότητας όσον αφορά τον έλεγχο της επιστημοσύνης του βιβλίου εκ μέρους του επιστημονικού επιμελητή. Αυτός μερικές φορές εισβάλλει απρόσκλητος στην περιοχή της γλωσσικής και τυπογραφικής επιμέλειας, κάνει υποδείξεις σαν να είναι μακρινός ξάδερφος του Γουτεμβέργιου και γενικά φαίνεται πως νιώθει υπέροχα (αυτοϊκανοποίηση λέγεται) κάνοντας επίδειξη παντοδυναμίας-παντογνωσίας. 

Επιτρέψτε μου εδώ μια παρένθεση: ο επιμελητής, όπως ο καθένας άλλωστε που είναι υποκείμενο της ιστορίας του, του εαυτού του, είναι πολιτικό πρόσωπο, δηλαδή δρα και συνεπιδρά μέσα στις παραπάνω επαγγελματικές και συνεργασιακές σχέσεις με έναν τρόπο που προϋποθέτει και συνεπάγεται αρχές ηθικής και δεοντολογίας – με μια λέξη πολιτικής. Αξίζει να τονιστεί ότι το ουσιαστικό είναι το «πρόσωπο», ενώ το επίθετο είναι το «πολιτικό». Αυτό σημαίνει ότι σε περιπτώσεις που προκύπτουν θέματα λόγω ελλιπούς ή προβληματικής εργασίας ή συνεργασίας μεταξύ των συντελεστών του βιβλίου ενδείκνυται ο επιμελητής να τοποθετείται σε επίπεδο καταρχάς συναδελφικό-πολιτικό, ωστόσο στην πράξη προέχουν το προσωπικό ήθος και ο χαρακτήρας των εμπλεκομένων. 

Ο επιμελητής ως προς τα παραπάνω πρόσωπα διαθέτει περιορισμένη εξουσία, με αποτέλεσμα να δέχεται και τη μεγαλύτερη πίεση, κι αυτός, νομίζω, είναι ένας βασικός λόγος, σε συνδυασμό με την απαιτητικότητα του ρόλου μας και την έλλειψη προσωπικής επιβεβαίωσης, για το ότι στις γραμμές μας παρατηρούνται έντονος φθόνος και ανταγωνισμός.

Ο επιμελητής είναι ο τελευταίος άνθρωπος, αυτός που σηκώνει τα μεγάλα βάρη («βουλιάζουν όσοι σηκώνουν τις μεγάλες πέτρες», έλεγε ο Σεφέρης), αυτός λέει το «τυπωθήτω», οπότε έχει τη μεγίστη ευθύνη της τελικής επεξεργασίας του βιβλίου, αν και, όχι σπάνια, οι «βάρβαροι» του χώρου μας τον αντιμετωπίζουν σαν μια οχληρή λεπτομέρεια. Φαίνεται πως ο εκδότης, ο εσωτερικός υπάλληλος του εκδοτικού οίκου και ο συγγραφέας είναι η «ανώτερη τάξη» στο χώρο του βιβλίου, ενώ η «εργατική τάξη», σε αυτή την υπέροχη ατμόσφαιρα, είναι ο μεταφραστής, ο επιμελητής, ο διορθωτής και ο χειριστής. Σημειωτέον, ενώ ο μεταφραστής απολαμβάνει το προνόμιο να πραγματοποιεί κατά κανόνα τη δουλειά του, σχεδόν εν όλω, στον προσωπικό του χώρο και έχει λίγη επαφή με τα εσωτερικά του εκδοτικού, ο επιμελητής συνήθως φθείρεται, θα λέγαμε, από την τριβή με όλους τους συντελεστές του βιβλίου.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι βάση του εποικοδομήματος είναι η οικονομία, όπως έλεγε ο Μαρξ, άρα το ίδιο ισχύει και στις σχέσεις του επιμελητή με τους υπόλοιπους συντελεστές του βιβλίου. Επισημαίνω απλώς ότι τα όσα συμβαίνουν στον εκδοτικό χώρο καθορίζονται γενικά από τους εκδοτικούς, ενώ τα όσα συμβαίνουν σ’ ένα συγκεκριμένο εκδοτικό οίκο (τρόπος λειτουργίας και σύστημα επικοινωνίας) παραπέμπουν στα βασικά χαρακτηρολογικά γνωρίσματα και στην πολιτική του εκδότη.

Ιστορικά μιλώντας, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η μετατροπή του κύριου εκδοτικού μοντέλου «εκδοτική δραστηριότητα ίσον πνευματική αναζήτηση με οικονομικό χαρακτήρα» σε ένα μοντέλο, το οποίο αναπτύχθηκε,  σαν καρκινική υπερπλασία, από το 1980 κι ύστερα, έχοντας ως αυτάρεσκο χαρακτηριστικό την ταύτιση της εκδοτικής δραστηριότητας με τις δημόσιες σχέσεις και την αναζήτηση μιας ευρύτερης εξω-πνευματικής «αίγλης», αυτή λοιπόν η οβιδιακή μεταμόρφωση σταδιακά εμφάνισε την εξής παραμόρφωση: η πνευματική δραστηριότητα που είχε οικονομικό αντίκρισμα και χαρακτήρα άλλαξε πλευρό, μάλλον αναποδογύρισε και τελικά έγινε μια οικονομική-επιχειρηματική δραστηριότητα που ψάχνει αγωνιωδώς το πνευματικό της άλλοθι…

Αυτό το φαινόμενο το αναφέρω γιατί προφανώς είχε σημαντικές επιπτώσεις στο σχετίζεσθαι μεταξύ των βασικών συντελεστών της παραγωγής του βιβλίου, με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε σταδιακά στην περιθωριοποίηση, για να μην πω προλεταριοποίηση, του επιμελητή. Αν δηλαδή στο παρελθόν ο επιμελητής απολάμβανε το σεβασμό και την πνευματική αξιοπρέπεια στο χώρο του βιβλίου, συν τω χρόνω, αυτό το «παλιό μεγαλείο» εξέλιπε, για να φτάσουμε στη σημερινή κατάσταση της κρίσης η οποία σαρώνει ό,τι έχει απομείνει από την παλιά εποχή, που σήμερα πλέον φαντάζει περίλαμπρη.

Υπάρχουν εκδοτικοί οίκοι που λειτουργούν σύμφωνα με τα παλιά ήθη και τις αρχές των δεκαετιών του 1960 και του 1970, ακόμα και σήμερα, και προς τιμήν τους βέβαια, τους οποίους θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως «προσωποπαγείς», ενώ άλλοι εκδοτικοί λειτουργούν τυπικά και απρόσωπα, αντιμετωπίζουν τους συνεργάτες με την ευγένεια της αποστασιοποίησης, σαν να είναι αντικείμενα, αριθμοί, γρανάζια της μηχανής τους, δεν τους απασχολεί τίποτε άλλο παρά μόνο το τεχνικό αποτέλεσμα της εργασίας. Αυτούς μπορούμε να τους χαρακτηρίσουμε ως «πραγματοπαγείς» και υιοθετούν το μοντέλο λειτουργίας των μεγάλων ευρωπαϊκών και αμερικανικών εταιρειών. 

Εκ πείρας σας διαβεβαιώνω ότι οι επιμελητές που συνεργάζονται με μεγάλους εκδοτικούς, εκτός των άλλων, απολαμβάνουν κι ένα πρόσθετο όσο και απροσδόκητο όφελος: ανα-βιώνουν κατάσαρκα λαμπρές περιόδους της Ιστορίας: τη Ρώμη, το Βυζάντιο, την εποχή της Ιεράς Εξέτασης κτλ.

Τελειώνοντας, νιώθω την ανάγκη να υπενθυμίσω ότι αυτός που υποφέρει είναι κατά κάποιον μυστηριώδη τρόπο νικητής (αυτό το τονίζω, παρότι σίγουρα δεν είμαι μαζοχιστής), δηλαδή βρίσκεται εντέλει στην εσωτερική πλευρά του χρόνου –άρα και στην ουσία της ίδιας της ζωής– μέσω και λόγω της σταθερής του απώλειας –υπαινίσσομαι ευθέως εμάς τους επιμελητές οι οποίοι στην εποχή της κρίσης υπομένουμε συστηματικά ωθήσεις προς την εξαθλίωση και είμαστε πια κάτι σαν επιστημονικό-καλλιτεχνικό προλεταριάτο–, όμως αυτή η επαγγελματική, οικονομική και ψυχολογική δυσχέρεια, θέλω να πιστεύω, μας χαλυβδώνει για να ανταποκριθούμε στον τόσο απαιτητικό ρόλο των ονειροπόλων του αύριο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου