Ο όρος «ιστορικό μυθιστόρημα» παραπέμπει σε ένα σύνθετο όλο το οποίο λειτουργεί σε δύο επίπεδα: α) στο ιστορικό-ρεαλιστικό-πραγματολογικό επίπεδο ανάγνωσης του «μύθου» ενός λογοτεχνικού έργου, και β) στο μυθιστορηματικό-φαντασιακό-προσωπικό επίπεδο θέασης της «ιστορίας» που περιγράφεται μέσα στο λογοτεχνικό έργο. Διαπιστώνουμε αμέσως ότι η σχέση των δύο πλευρών που αποτελούν το ιστορικό μυθιστόρημα λειτουργεί χιαστί και είναι, άλλοτε επιτυχημένα και άλλοτε αποτυχημένα, ερωτική, όπου ο πρώτος από τους δύο όρους παριστάνει τον αντικειμενικό παρατηρητή (ο ιστορικός), ενώ ο δεύτερος «καμώνεται» το λάτρη του μυθιστορήματος (ο λογοτέχνης).
Συνήθως οι ξένοι συγγραφείς συναρθρώνουν τα υλικά από αυτά τα δύο είδη ισορροπημένα ώστε να δημιουργήσουν μια αρμονική ολότητα μεταξύ τους και κυρίως να μπορέσουν οι ίδιοι ως προσωπική αφηγηματική φωνή να σταθούν ως προς το συνολικό έργο, δηλαδή να «χωρέσουν» μέσα του...
Εξηγούμαι ευθύς αμέσως: Θυμάμαι έναν Έλληνα συγγραφέα –αν και δεν είναι το θέμα μου το ελληνικό ιστορικό μυθιστόρημα, παρ’ όλα αυτά το αναφέρω γιατί έχει μια ειδική σημασία– ο οποίος μου είχε δηλώσει με ύφος ότι είχε διαβάσει περί τα εκατό βιβλία για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και μετά θα περνούσε –σαν απειλή μού ακούστηκε αυτό– ένα δίχτυ μυθιστορηματικής πλοκής με εγκλήματα, δράση κτλ., για να δέσει-συγκεράσει τα δύο είδη ώστε να αποκτήσουν πειστικότητα και ιστορικό κύρος τα πρόσωπά του. Αλίμονο! Το αποτέλεσμα ήταν ένα φιάσκο. Απορρίφθηκε από τρεις εκδοτικούς οίκους, αν και το κείμενό του ήταν επαρκές από άποψη ιστορικής αποτύπωσης-τεκμηρίωσης, όπως είχε διαγνώσει μια διαπρεπής βυζαντινολόγος.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι απαιτείται πολύ ταλέντο, πρωτευόντως λογοτεχνικό και δευτερευόντως ιστορικό, για να μπορέσει να αποδώσει κάποιος μια ιστορική εποχή και πραγματικότητα η οποία απέχει πολλούς αιώνες από το σήμερα, χωρίς να ολισθήσει στον πειρασμό της υπερφιλόδοξης ιστορικομανίας και της δημιουργίας μιας επίπλαστης ατμόσφαιρας για να βάλει στο παιχνίδι των φαντασιώσεών του το κοινό που διψά να τρυπώσει στα άδυτα μιας μακρινής εποχής. Συνήθως οι συγγραφείς αυτοί αρέσκονται να επανεγγράφουν την «αντικειμενική» ιστορική πραγματικότητα σε διάφορες «πρωτότυπες» λογοτεχνικές περγαμηνές. Αναφέρω αυτό το παλίμψηστο, ελπίζω να το αντιλαμβάνεστε, επειδή ακριβώς εγκυμονεί επιπρόσθετους κινδύνους για τον επιμελητή.
Γι’ αυτό νομίζω ότι ένας επιμελητής θα πρέπει να προσέχει ίσως πολύ περισσότερο απ’ ό,τι σε άλλα μυθιστορήματα ή ιστορικά συγγράμματα, ξεχωριστά, καθώς ο συγγραφέας τέτοιων έργων επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο είδη, πολύ απαιτητικά από τη φύση τους, και συνήθως ισοπεδώνει ιδιαιτερότητες σημαντικές (με την έννοια του σημαίνειν) εν ονόματι της επίτευξης του σύμμεικτου αποτελέσματος, του συγκερασμού.
Ιδίως στη μετανεωτερική εποχή μας και εφόσον το μεταμοντέρνο μυθιστόρημα είναι κατά κάποιον τρόπο στη μόδα, οι έγνοιες για τον επιμελητή ιστορικών μυθιστορημάτων εντείνονται, επειδή οι συγγραφείς του εν λόγω είδους, ενώ καταρχήν τηρούν τα στοιχεία που συνθέτουν την τοιχογραφία μιας εποχής, συνηθίζουν να ανακατεύουν στην κατσαρόλα τους πρόσωπα και πράγματα πολλών και διαφόρων ιστορικών περιόδων, αδιαφορώντας για την επαληθευσιμότητα των αναφορών τους – το οποίο, δυστυχώς για τον επιμελητή, είναι βασικό χαρακτηριστικό της μεταμοντερνιστικής λογοτεχνίας. Ο κίνδυνος λοιπόν να μπερδέψει κανείς τον Δάντη, το σπουδαίο Ιταλό ποιητή, με το δικό μας Δάντη, τον ποπ τραγουδιστή, είναι κωμικοτραγικά μεγάλος. Αν διψάτε για παραδείγματα, να σας αναφέρω απλώς, όπως διάβασα κάποτε, ότι στην προχριστιανική Κίνα έτρωγαν κρακεράκια… Για να καταλάβετε τι εννοώ, οι μεταμοντέρνοι συγγραφείς μπορούν, σχεδόν με άνεση, να γράψουν ότι στην αρχαία Αθήνα υπήρχαν σούσι εστιατόρια με μπέλιντανς ατραξιόν…
Φίλοι, ένας επιμελητής που αναλαμβάνει ιστορικό μυθιστόρημα καλείται να ψάξει σχεδόν τα πάντα αλλά πάνω απ’ όλα τις τσέπες του, γιατί μάλλον θα μπει μέσα…
Σας παρουσιάζω λοιπόν ορισμένα από τα πιο ωραία τοπία της Κόλασης:
1) Εξαντλητικός έλεγχος της γραφής των ονομάτων του έργου.
2) Ήθη και έθιμα της εποχής στην οποία έζησαν τα πρόσωπα αυτά.
3) Πρακτικές της καθημερινότητας, ενδυμασίες, διατροφικές συνήθειες της εποχής.
4) Συρράξεις, μάχες και τακτικές, όπλα, στολές, χωρική και χρονολογική τεκμηρίωση των γεγονότων που αναφέρει ο συγγραφέας.
5) Θρησκευτικές πεποιθήσεις και πολιτικά δρώμενα.
6) Φιλοσοφικές ιδέες και σχολές εκπαίδευσης που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εν λόγω εποχή.
7) Γεωγραφικοί όροι και επαλήθευση των χιλιομετρικών αποστάσεων μεταξύ πόλεων, χωριών ή περιοχών που αναφέρονται στο έργο. Έλεγχος των πηγών τις οποίες χρησιμοποιεί και επικαλείται ο μεταφραστής που αφορούν τα ονόματα προσώπων, πόλεων και γενικά διαφόρων γεωγραφικών όρων. Μου έχει συμβεί, παρά τις διαβεβαιώσεις του μεταφραστή, να ελέγξω την πηγή που μου ανέφερε ότι χρησιμοποίησε και διαπίστωσα ότι αυτοσχεδίαζε...
8) Έλεγχος της γλώσσας που θα μπορούσαν να μιλούν οι πρωταγωνιστές – δεν μπορώ να ξεχάσω την ερώτηση που απηύθυνε σε άπταιστα νεοελληνικά ο Αττίλας (διάσημος απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών…) σε κάποιους Ρωμαίους δικηγόρους οι οποίοι ήξεραν ελληνικά. Τους είπε λοιπόν: «Ομιλείτε την ελληνικήν;». Προς στιγμήν νόμισα ότι μιλούσε ο Μπαμπινιώτης ή η Λιάνα Κανέλλη. Όταν έλεγξα τη φράση στο αγγλικό πρωτότυπο, είδα τέσσερα εξόφθαλμα-επιτηδευμένα ορθογραφικά λάθη, μάλιστα σε ένα από αυτά υπήρχε γράμμα ελληνικό... Ήταν πρόδηλο ότι ο συγγραφέας μέσω αυτών των λαθών ήθελε να υποδείξει το πόσο «πρωτόγονα» ελληνικά μιλούσε ο Αττίλας, γι’ αυτό και αποφάσισα να αποδώσω παραμορφωμένα αυτές τις φράσεις.
9) Έλεγχος της σωστής απόδοσης προσώπων και όρων-στοιχείων της τέχνης και του πολιτισμού. Π.χ., ένα τραγούδι ή ένας καλλιτέχνης είναι της δεκαετίας ή της τεχνοτροπίας που αναφέρει ο συγγραφέας;
Όμως τα όποια ερωτήματα περί αυτού του είδους που λέγεται ιστορικό μυθιστόρημα ωχριούν μπροστά στο ερώτημα που μου τυραννάει το νου το τελευταίο διάστημα και είναι το εξής: «Μήπως το ίδιο το επάγγελμα του επιμελητή εκδόσεων είναι τελικά ένα ιστορικό μυθιστόρημα;». Διαθέτουμε, ξέρετε, όλα τα χαρακτηριστικά αυτού του λογοτεχνικού είδους, αλλά πάνω απ’ όλα περιστρεφόμαστε σαν δερβίσηδες στο φαύλο κύκλο «καταπίεση, εξέγερση, καταπίεση». Εμείς οι επιμελητές, εκτός του ότι είμαστε πρόσωπα με ιστορία και όχι ανιστόρητα βέβαια, περιβαλλόμαστε πλέον και από την αχλή του μύθου, είμαστε σχεδόν μυθικές μορφές, επειδή ακριβώς το επάγγελμά μας, στη ζοφερή εποχή που διανύουμε, βρίσκεται σε κατάσταση νεκροφάνειας. Ομολογώ πως μια τέτοια σκοτεινή δόξα δεν την περίμενα.
Κλείνοντας, ένα πράγμα έχω να προσθέσω: αντισταθείτε σε οποιονδήποτε προσπαθεί να σας μετατρέψει σε ήρωες-μούμιες ενός ιστορικού μυθιστορήματος. Είναι προτιμότερο να είμαστε ένας ολοζώντανος και διαρκής ενεστώτας, αλλά προπάντων να είμαστε ήρωες στο μυθιστόρημα της δικής μας ζωής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου